War and Revolutions 9 (1st season Finale)


Μέσα στην παγωμένη  Τούνδρα  ομάδες   προσφύγων Ανώνυμων  περπατούσαν εξαντλημένες  προς το  κέντρο των περιοχών τους. Τρέχαν για να γλιτώσουν απ τις σφαγές των Σκύθανς.
   Άντρες  τραυματισμένοι απ τις μάχες, γυναίκες  με παιδιά στην αγκαλιά τους, γέροι εξαντλημένοι απ τις κακουχίες. Όλοι τους βαδίζαν  μέσα στο πυκνό χιόνι με σκοπό να φτάσουν  ζωντανοί  στις μικρές  αυτοσχέδιες  πολιτείες  των συντρόφων τους




  Όσοι  μεναν στα μετόπισθεν αντιμετώπιζαν την βία  των  ανηλεών πολεμιστών  του  Στρατηγού Ντρόβαν
   Χωριά ολόκληρα είχαν παραδοθεί στις φλόγες. Γυναίκες είχαν θανατωθεί. Οι πιο τυχερές είχαν  βιαστεί και μετά στάλθηκαν στο  βασίλειο των Σκύθανς  ως σκλάβες.  Μερικοί έφηβοι με τοξότες  μείναν πίσω απ τις γραμές του εχθρού με σκοπό να τον καθυστερήσουν να προελάσει , ώστε να μπορέσουν οι πρόσφυγες να διαφύγουν  και να αναδιοργανωθούν οι δυνάμεις των Ανωνύμων στο κέντρο
    Στην  κεντρική πολιτεία   ο Ηράκλειος με τον Ντουλ και την Ζάρλα  βλέπαν  καταπονημένους ανθρώπους να καταφτάνουν συνεχώς. Πολλοί πέφταν νεκροί  μπροστά τους, είτε απ τα κρυοπαγήματα , είτε απ τα  τραύματα τους
   Το ιππικό των Σκύθαν προπορευόταν  του στρατού. Απ τις φυλλωσιές    οι τελευταίοι  έφηβοι Ανώνυμοι  τοξότες σημάδευσαν και  άφησαν τα  βέλη   τους  να διασχίσουν τον αέρα σχίζοντας  τα  σώματα  αρκετών  Σκύθαν.
   Αμέσως  φέραν στα τόξα τους νέα βέλη και σημάδευσαν. Μια δεύτερή  βροχή από βέλη  ξέσκισε τις σάρκες  των ιππέων.
   Αμέσως μετά οι έφηβοι σηκώθηκαν και σκυφτοί μετακινήθηκαν σε άλλος ημείο του  δάσους.
 Οι Σκύθανς περικύκλωσαν το δάσος  σύμφωνα με τις εντολές του επικεφαλής τους. Οι τοξότες όμως συνέχιζαν να τους χτυπάν  μετακινούμενοι σε διαφορετικά σημεία. Ο  Επικεφαλής  τότε διέταξε να  εφορμήσει μια ομάδα μέσα στο δάσος με σκοπό να ξετρυπώσει και να εξοντώσει τους τοξότες. 
Εισερχόμενη στο δάσος η ομάδα  δέχτηκε  από παντού  βέλη και όλα της σχεδόν τα μέλη πέσαν νεκρά. Μόνο δυο κατάφεραν να κάνουν μεταβολή και  να επιστρέψουν στον κύριο όγκο  των δυνάμεων  τους που  βρισκόταν κυκλικά γύρω απ  το δάσος
   Οι τοξότες  σπεύσαν  να  αρπάξουν τα  άλογα των νεκρών   Σκύθανς
  -Είναι παντού, φώναξε ένας απ τους επιζώντες στον Επικεφαλής του, μας χτυπάν από παντού μέσα στο δάσος
-Τότε  το πρόβλημα  είναι το δάσος, μονολόγησε ο Επικεφαλής και  έκανε νόημα άντρες τους.
  Μερικά λεπτά  αργότερα  οι Σκύθαν  πετούσαν αναμμένες  δάδες παντού  μέσα στο δάσος  σημαδεύοντας κυρίως τα   κλαδιά και τους κορμούς των δέντρων  ψηλά
   Ήταν τόσο  πολλές οι  δάδες που ρίχτηκαν στο δάσος  όπου  σε λίγο θα  ξεκινούσε να λιώνει  ακόμη και το χιόνι στις  ρίζες των δέντρων
   Οι έφηβοι τοξότες βλέπαν  ψηλά  να καίγονται τα πάντα  και μεγάλα  χοντρά κλαδιά από  τα  δέντρα να πέφτουν  φλεγόμενα πάνω τους . Ο Γιαν τους φώναξε  πως η μόνη  λύση  ήταν να βγουν  ιππεύοντας  και να σπάσουν  τις γραμμές των Σκύθανς. Μετά  κίνησε πρώτος   προς την έξοδο του δάσους. Από πίσω τους ακολουθούσαν άλλοι δυο ιππείς με τα  τόξα στα χέρια τους να σημαδεύουν.
   Η ομάδα  βγήκε   απ το δάσος  εκτοξεύοντας   βέλη πάνω στον κύριο όγκο των Σκύθανς. Αυτό που  ακολούθησε ήταν το απόλυτο  χάος. Τα βέλη πετύχαιναν  κορμιά  των εισβολέων αλλά και τα σπαθιά των Σκύθαν ξέσκιζαν όσους  Ανώνυμους νεαρούς τοξότες κατάφερναν  να  πλησιάσουν.
 Ο Γιάν κατάφερε να περάσει τον κλοιό των  Σκύθανς και να   ανέβει πάνω σε ένα λοφίσκο. Εκεί σταμάτησε μόνο να δει πόσοι  σύντροφοι του τον ακολουθούσαν. Κοίταξε κάτω  και  είδε μόνο πτώματα. Οι Σκύθανς  τώρα ανασυντάσσονταν και ο Επικεφαλής τους έστελνε μια ομάδα  10 ατόμων να τον καταδιώξουν. Ο Γιαν έκανε μεταβολή με το άλογο του και κατέβηκε  τον λόφο απ την αντίθετη πλευρά
 

Στ ανατολικά ο  πολέμαρχος  των Γκόμολ  διέταξε να προχωρήσουν σε  γενική προέλαση  στις περιοχές των Ανώνυμων. Οι ορδές  του ξεχύθηκαν σε μια μεγάλη έκταση  με κατεύθυνση προς τα  δυτικά
  Το ίδιο διέταξε και ο Ντρόβαν για  λογαριασμό των Σκύθανς στα  δυτικά


Ο Γιαν ήταν  ο τελευταίος που κατάφερε να  φτάσει στην κεντρική πολιτεία . Ενημέρωσε τον Ντουλ και τον Ηράκλειο πως το μέτωπο είχε σπάσει και  σύντομα οι Σκύθανς θα  βρισκόταν εκεί. Ο Ντουλ είχε λάβει τις ίδες αναφορές και απ τα ανατολικά.
Κοίταξε τον Ηράκλειο και μονολόγησε
-Δεν μας μένει τίποτα άλλο παρά να  ταμπουρωθούμε στο κέντρο και να δώσουμε  μια άνιση μάχη ενάντια σε δυο αντιπάλους
Ο Ηράκλειος δεν μίλησε, μιας και δεν είχε κάτι να  αντιπροτείνει
Η Ζάρλα πήρε τον λόγο
-Έχουμε  ακόμη μια  επιλογή, είπε και οι δυο άντρες την κοίταξαν. Να κατευθυνθούμε  εκεί όπου κανείς δεν θα τολμήσει να μας ακολουθήσει.
-Στις γέφυρες; Ρώτησε ο Ντουλ
-Είναι τόσο βόρεια που κανείς τους δεν θα αντέξει
-Και είσαι σίγουρη πως περνώντας τις γέφυρες που χτίσαν οι Τιτάνες  θα αντέξουμε εμείς  το κρύο;
-Μπορεί. Έχουμε  αντέξει πολύ  χειρότερα  πράματα στην ιστορία  μας. Αυτή την στιγμή…
-Αυτή την στιγμή αν περάσουμε  τις γέφυρες των Τιτάνων  το κρύο θα σκοτώσει  τον μισό πληθυσμό μας
-Θα σώσουμε όμως τον άλλο μισό.  Αν μείνουμε εδώ  θα μας αφανίσουν
   Ο Ηράκλειος αναρωτιόταν αν ο Κενταύριος είχε ξεκινήσει την επίθεση του  στα μετόπισθεν των Σκύθανς


Οι  Μπιζαντ  και οι Σέρπια ξεκινούσαν το χτύπημα σε Σκύθανς  και  Γκόμολ απ τα μετόπισθεν  αλλά με πολύ  αργούς  για τους  τεράστιους στρατούς  τους  ρυθμούς
  Όταν εισέβαλαν στις  εν λόγο περιοχές  οι  Σκύθανς και οι Γκόμολ βρισκόταν μια ανάσα απ την κεντρική πολιτεία


Οι Ανώνυμοι ήδη καίγαν  τις πολιτείες του  στο κέντρο και παίρναν τον dδρόμο της προσφυγιάς προς τα βόρεια. Οι  Γέφυρες  των Τιτάνων έλεγε ο θρύλος  πως χτίστηκαν από   τους  τεράστιους   θεούς   και  τα ποτάμια που τις διαπερνούσαν   σηματοδοτούσαν ένα  φυσικό σύνορο με τις  περιοχές των Ανώνυμων
   Απ την  άλλη μεριά της όχθης  ζούσαν άγρια  πλάσματα   και κανείς απ όσους είχαν επιχειρήσει να περάσουν απέναντι  δεν κατάφερε να επιστρέψει. Συνάμα  το κρύο  που επικρατούσε σε κείνες τις περιοχή έκανε τους Ανώνυμους  να την αποκαλούν «Παγωμένη Κόλαση»
Πλησιάζοντας στις γέφυρες   η  θερμοκρασία έπεφτε και άλλο και   η χιονοθύελλα  δυνάμωνε
Γέροι, παιδιά και γυναίκες  προσπαθούσαν να  δώσουν κουράγιο ο ένας στον άλλον.

Ο Ντουλ  περπατούσε μπροστά  βυθισμένος στις σκέψεις του. Γνώριζε πως οδηγούσε  τον μισό λαό του προς τον αφανισμό  όμως  το να  εισέλθουν στο Παγωμένο Βασίλειο  του Θάνατο ήταν ο μόνος  τρόπος να  σωθούν οι  άλλοι μισοί. Οι πιο δυνατοί, υγιείς και νεότεροι ενδεχομένως
 Η Ζάρλα  βάδιζε  δίπλα του  και του  δινε  κουράγιο   γνωρίζοντας  τις σκέψεις  που έκανε  χωρίς να τις εκφράζει δυνατά
Ο Ηράκλειος λίγο πιο πίσω είχε σαστίσει. Είχε  φοβηθεί όπως ποτέ άλλοτε στην ζωή  του. Το κρύο γινόταν ανυπόφορο   και ακόμα  δεν είχαν  πλησιάσει καν στις γέφυρες


Σκύθανς και Γκόμολ  πλησιάζαν στην κεντρική πολιτεία και σε λίγο θα πέφταν ο ένας πάνω στον άλλον. Εν τούτοις  κάποιες μονάδες τους  πήραν διαταγές να καταδιώξουν στον  βορρά  τους Ανώνυμους.


Οι  Ανώνυμοι  φτάναν μπροστά στις  Γέφυρες. Δίπλα απ το καραβάνι τους εμφανίστηκαν  τεράστια ζώα. Τεράστιοι τριχωτοί  σκουρόχρωμοι ελέφαντες,  μεγάλοι  λύκοι και  γιγάντιες κότες. Τα ζώα  απλά παρακολουθούσαν το καραβάνι  να κατευθύνεται  προς τις  γέφυρες
Απ το βάθος του ορίζοντα ο Γιάν διέκρινε  μονάδες  των Γκόμολ να  πλησιάζουν.
Γύρισε και φώναξε  στον λαό του.
-Πλησιάζουν οι Γκόμολ. Κάντε  γρήγορα να περάσουμε απέναντι
Ο  Ντουλ , η Ζάρλα και ο Ηράκλειος  αμέσως  κατευθύνθηκαν   πίσω.
Φωνάξαν στον κόσμο να  βιαστεί και βγάλαν τα σπαθιά  και τα τόξα  τους  να  καθυστερήσουν τους Γκόμολ.
Ο κόσμος πανικοβλήθηκε και  προσπαθούσε παρά την καταπόνηση να περπατήσει   ακόμη πιο  γρήγορα  ως τις  Γέφυρες
Τώρα μέναν μόνοι τους μέσα στην στέπα οι 4 τους  περιμένοντας τους Γκόμολ που  πλησίαζαν ολοένα και πιο απειλητικά
-Λίγα μέτρα ακόμη μείνανε , φώναξε ο Ντουλ, πριν περάσουμε στην αιωνιότητα συμπλήρωσε  χαριτολογώντας
Οι ιππείς    τους  πλησιάζαν με μεγάλη  ταχύτητα όμως   λίγα μέτρα  πριν τους φτάσουν  άρχισαν να πέφτουν  νεκροί απ τα άλογα  τους.
Ο Ηράκλειος έτρεξε προς το μέρος τους  και  στάθηκε πάνω από έναν που ξεψυχούσε. Τον κοίταξε
-Πως αντέχεις  αυτό το κρύο , τον ρώτησε ο Γκόμολ  μαχητής, πως  αντέχεις και δεν  έχεις πέσει ακόμη νεκρός; Τον ρώτησε πριν ξεψυχήσει
 -Δεν αντέχει ο οργανισμός τους το κρύο, μονολόγησε στον Γιαν που πλησίασε από πίσω του, μετά γύρισε και τον κοίταξε, προέρχονται από επίσης  αφιλόξενες και παγωμένες στέπες  και  όμως  δεν  αντέχουν το κρύο και πέφτουν νεκροί. Πως το εξηγείς;
-Δεν το εξηγώ
-Εμείς  που προερχόμαστε από πολλά και διαφορετικά μέρη γιατί το αντέχουμε;
Ο Ντουλ τους φώναξε
-Πάμε. Αυτό είναι κάτι που θα μας απασχολήσει αργότερα



Λίγο πριν οι στρατοί  των Γκόμολ και των Σκύθανς  συναντηθούν στην κεντρική πολιτεία και συγκρουστούν  φτάσαν οι ειδήσεις πως  οι τόποι τους στα μετόπισθεν δεχόταν  εισβολές  από  τους Σέρπιαν και τους Μπίζαντ  αντίστοιχα.
Η προέλαση  αμφότερων σταμάτησε και  στάλθηκαν  δυνάμεις πίσω να αντιμετωπίσουν τους αυτοκρατορικούς στρατούς
 

Οι  τελευταίοι 4 περάσαν  μια απ τις Γέφυρες των Τιτάνων συνοδεία των  μυστήριων ζώων  του βορρά και  αντίκρισαν τον λαό τους  στην  άλλη πλευρά να  στήνει πρόχειρους καταυλισμούς
 Στο  βάθος του ορίζοντα  διέκριναν   τους  άγριους λαούς της περιοχής να τους  παρακολουθούν.
Ο Ηράκλειος αναφώνησε
-Θεέ μου
Όσο και να κοιτούσε  το μάτι του  έβλεπε  άντρες  , γυναίκες παιδιά σε  ατέλειωτους αριθμούς , με  κοντομάνικες κάπες μέσα στο απόλυτο  κρύο και όπλα στα χέρια να τους παρακολουθούν
-Πόσοι είνναι;  Μονολόγησε
-Αμέτρητοι και άλλοι τόσοι που δεν ήρθαν ακόμη, του απάντησε  η Ζάρλα


 season finale
ραντεβού το Φθινόπωρο 2019

διαβάστε όλα τα επεισόδια  εδώ





Σχόλια